15:43
30/11/2015
ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ

 

Τα ταφικά έθιμα στην Ελλάδα από τα αρχαία έως τα νεότερα χρόνια Μέρος 1ο

Σε ένα «ταξίδι» που ξεκινά από την παλαιολιθική περίοδο μέχρι τη σύγχρονη εποχή παρουσιάζονται σε τρεις ενότητες όλα τα ταφικά έθιμα. Ξεκινώντας από την παλαιολιθική εποχή, παρατηρούμε τους τρόπους ταφής, ενώ φτάνοντας στο τέλος του «ταξιδιού» μαθαίνουμε και βλέπουμε πως μέσα στο πέρασμα των χρόνων εξελίσσονται όλα αυτά.

Στο πρώτο μέρος θα δούμε τα ταφικά έθιμα κατά την παλαιολιθική περίοδο, την μεσολιθική, τη νεολιθική, την πρώιμη εποχή του χαλκού, τη μέση εποχή του χαλκού, την ύστερη εποχή του χαλκού, την πρώιμη γεωμετρική περίοδο, την αρχαϊκή περίοδο και την κλασσική περίοδο.

 

ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

Το αρχαιότερο ανθρωπολογικό λείψανο στο Αιγαίο είναι το κρανίο που αποκαλύφθηκε στο σπήλαιο των Πετραλώνων, στη Βόρεια Ελλάδα. Παρά το ότι οι συνθήκες εύρεσης και χρονολόγησής του παραμένουν προβληματικές (χρονολογείται στο 160,000-240,000 π.Χ.) τετοιου είδους κατάλοιπα (π.χ. ευρήματα από τη θέση Atapuerca στην Ισπανία 300.000 π.Χ.) αποτελούν τις κύριες πηγές πληροφόρησης για την πρακτική ταφής για αυτή την περίοδο. Μόνο κατά την Ανώτερη Παλαιολιθική υπάρχουν παραδείγματα ταφών, με ίχνη προσφορών (λίθινα εργαλεία). Αυτές προέρχονται από λίγες σε αριθμό θέσεις όπως τα σπήλαια της Θέοπετρας, Θεσσαλίας και Απήδημα Πελοπoννήσου.

ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΜΕΣΟΛΙΘΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

Νεκροταφεία και Ταφικές Πρακτικές
Σημαντικές ενδείξεις ταφών προέρχονται από το σπήλαιο Φράγχθι στην Πελοπόννησο και από το σπήλαιο Θεόπετρα στη Θεσσαλία. Στο σπήλαιο Φράγχθι, κατά την Νεώτερη Νεολιθική Περίοδο, επιλέχθηκε σημείο, κοντά στην είσοδο, για την ταφή επτά ενηλίκων και δύο νηπίων. Άλλα σκελετικά λείψανα αποτέθηκαν αργότερα σε αβαθείς κοιλότητες οι οποίες καλύπτονταν με πέτρες. Πιθανόν συνοδεύονταν από κτερίσματα. Ίχνη καύσης νεκρών προέρχονται από την ίδια θέση.

ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

Ταφικές Πρακτικές
Για την Νεολιθική Περίοδο δεν υπάρχουν ακόμη αρκετές πληροφορίες αναφορικά με την πρακτική και τα έθιμα ταφής. Έως σήμερα επισημαίνονται τρεις διαφορετικές πρακτικές ταφής:

1. Ταφές στο εσωτερικό κατοικημένων χώρων: κυρίως για νήπια, ανήλικους και γυναίκες (π.χ., σπήλαιο Φράγχθι, Κνωσός, Σέσκλο Θεσσαλίας, Νέα Νικομήδεια στη βόρεια Ελλάδα κλπ). Λαμβάνουν χώρα σε απλούς λάκκους, εκτός των οικιών ή πιο σπάνια στο εσωτερικό αυτών, στο έδαφος. Πρόκειται για την πιο συνηθισμένη πρακτική ταφής αυτής της περιόδου.

2. Καύση των νεκρών σε επιλεγμένη θέση, εκτός των ορίων του οικισμού. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της θέσης Σουφλί Μαγούλα, στη Θεσσαλία, το οποίο χρονολογείται στην 6η χιλιετία π.Χ. (Gallis 1982). Η καύση των νεκρών έγινε πυρές κυκλικού σχήματος. Οι νεκροί ενταφιάστηκαν σε αβαθείς κοιλότητες. Τα αγγεία αποτελούν τα συνήθη κτερίσματα των λειψάνων.

3. Κατά την ανακομιδή φυλάσσονται κρανία και επιλεγμένα μέρη του σώματος (π.χ., Πρόδρομος, Θεσσαλία). Η πρακτική αυτή συναντάται και κατά την Ύστερη Νεολιθική Περίοδο.

Η έλλειψη αρχαιολογικών ενδείξεων αναφορικά με τις συλλογικές ταφές στην Πρώιμη Νεολιθική Περίοδο και οι λιγοστές ενδείξεις ταφικών εθίμων (π.χ. προσανατολισμός σώματος, κτερίσματα κλπ) σε περιπτώσεις ταφών εντός των οικισμών δικαιολογεί την υπόθεση ότι τα παραπάνω παραδείγματα θα πρέπει να γίνουν αντιληπτά ως εξαιρέσεις και όχι σαν καθεστώς καθώς αφορούν «άτομα τα οποία δεν αντιπροσωπεύουν τυπικά δείγματα ταφών…κυρίως γιατί δεν έχουν συμπληρώσει την απαιτούμενη ηλικία ή δεν έχουν την κατάλληλη θέση στο κοινωνικό σύνολο» (Perles 2001:277, 279). Είναι πιθανό ότι η πλειονότητα του πληθυσμού δεν ενταφιάζονταν εντός ή κοντά σε οικίες. Ωστόσο, σύμφωνα με τις περιπτώσεις 2 και 3, ποσοστό των εκλιπόντων θα συνδέονταν άμεσα με τη ταυτότητα ολόκληρης της κοινότητας και την ομόνοια μεταξύ των ζώντων.

Νεκροταφεία
Νεκροταφεία της Ύστερης Νεολιθικής περιόδου έχουν αποκαλυφθεί σε διάφορες περιοχές. Σε πολλή καλή κατάσταση βρίσκεται το νεκροταφείο στην θέση Κεφάλα, στην Κέα (Κυκλάδες) και στη θέση Θαρρούνια στην Εύβοια. Και στις δύο περιπτώσεις οι τάφοι είναι κτιστοί ή λιθοπερίβλητοι με τοιχώματα επενδυμένα εσωτερικά με μικρές πέτρες και καλυμμένοι από πλάκες. Οι ταφές είναι ατομικές ή πολλαπλές. Αγγεία από πηλό και από μάρμαρο τοποθετούνται δίπλα στο σώμα. Η καύση των νεκρών συνεχίζεται και κατά την Ύστερη Νεολιθική περίοδο (π.χ. Πλατιά Μαγούλα Ζάρκου, Σουφλί, Θεσσαλία. Gallia 1982).

ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ
Οι ενδείξεις ταφών κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού και ιδιαίτερα κατά την ΠΧ ΙΙ Εποχή αυξάνονται σημαντικά. Τα παραδείγματα των νεκροταφείων με λακκοειδείς ή χτιστούς τάφους εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα. Σημαντικές πληροφορίες εθίμων ταφής απορρέουν από οργανωμένα νεκροταφεία που χρονολογούνται στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού ΙΙ (ΠΧ ΙΙ). Ο ενταφιασμός είναι η κύρια πρακτική ταφής (έως σήμερα δεν υπάρχουν ίχνη καύσης νεκρών). Στις Κυκλάδες τα νεκροταφεία παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές γεγονός που μας επιτρέπει να τα διαχωρίσουμε σε ειδική κατηγορία. Στη μελέτη του Ντούμα (1977) δίδεται πλήρης περιγραφή των χαρακτηριστικών τους. Αυτά είναι:

1. Τα έθιμα ταφής αφορούν τη στάση του νεκρού, ο οποίος τοποθετείται σε συνεσταλμένη στάση, την επένδυση του δαπέδου, τη στήριξη του κρανίου σε λίθο και τη συνοδεία του νεκρού με κτερίσματα όπως κεραμική, αγγεία από μάρμαρο και σπανιότερα ειδώλια, λίθινες χάντρες, χάλκινες περόνες, βελόνες, λεπίδες, κλπ. Οι Κυκλαδικές ταφές έχουν λιγοστά κτερίσματα.

2. Οι τάφοι είναι απλοί ή έχουν όροφο. Όταν ο τάφος γεμίσει, σε μια ένδειξη σεβασμού προς τα λείψανα του νεκρού, παραμερίζονται τα μακριά οστά προς τα τοιχώματα και ο νέος νεκρός ενταφιάζεται στο χώρο που είναι πλέον διαθέσιμος. Ορισμένοι από αυτούς τους τάφους θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως πραγματικά οστεοφυλάκια.

Ο απλός ενταφιασμός, σύμφωνα με τους ανασκαφείς των τύμβων (Λευκάδα και Ολυμπία), αποτελεί την κύρια πρακτική ταφής ενώ σπανιότερα επιλέγεται πρακτική της καύσης των νεκρών. Ο απλός ενταφιασμός περιλαμβάνει την ταφή του νεκρού στο ένα πλευρό με διπλωμένα τα χέρια και τα σκέλη κοντά στο πρόσωπο και την συνοδεία κτερισμάτων (κεραμική, λίθινα, οψιανός, χάλκινα εργαλεία κλπ) τα οποία διαφοροποιούνται ίσως ανάλογα με την κοινωνική θέση του νεκρού.

Ταφικές Πρακτικές
Τρεις κύριοι τύποι ταφής υπάρχουν. Αυτοί είναι οι παρακάτω:
1. Τα νεκροταφεία της Κυκλαδικής Περιόδου (ΠΕΧ) περιλαμβάνουν συστάδες, οργανωμένες σε επίπεδα ή διαχωρισμένες με ογκόλιθους (π.χ., Χαλανδριανή, Σύρος). Οι συστάδες θα μπορούσαν να ανήκουν σε μικρές κοινωνικές ομάδες ή σε οικογένειες (Tsountas 1898). Η πλειονότητά τους εντοπίζεται σε πλαγιές στη Μήλο, με εξαίρεση εκείνες που εντοπίζονται σε επίπεδες περιοχές. Προκειμένου της υποστήριξής τους διαμορφώνονται αναλληματικοί τοίχοι κατά μήκος της πλαγιάς. Αν και τα νεκροταφεία αυτής της περιόδου αποτελούνται συνήθως από 15-20 τάφους έχουν εντοπιστεί και νεκροταφεία με περισσότερους από 50 τάφους. Για παράδειγμα στη Χαλανδριανή στη Σύρο αποκαλύφθηκε μια νεκρόπολη με 600 τάφους.

2. Στα νεκροταφεία των Κυκλάδων δεν υπάρχει μια σταθερή επιλογή προσανατολισμού των τάφων. Ακολουθείται κυρίως η γεωμορφολογία του εδάφους (προς τα ανατολικά, προς τα δυτικά, προς τα νότια κλπ.)

3. Οι τύποι των τάφων περιλαμβάνουν απλούς λάκκους (δηλαδή υπόγειους, σε ευθεία γραμμή, λάκκους οι οποίοι καλύπτονται με πλάκα), λάκκους που περικλείονται από λιθόκτιστο τοιχίο και λαξευμένους στο βράχο τάφους (ορθογώνια σκάμματα με είσοδο και δρόμο). Αυτοί οι τύποι συνεχίζουν και κατά τις υπόλοιπες υποπεριόδους

Σε γενικές γραμμές οι πρακτικές ταφής και τα νεκροταφεία έχουν ομοιότητες με τα αντίστοιχα της ηπειρωτικής Ελλάδας (Μάνικα, Αγ. Κοσμάς), της Κρήτης (Αγ. Φωτιά) και της Μ. Ασίας (Ιασσός). Οι ομοιότητες αυτές ωθούν τους μελετητές στην υπόθεση ανταλλαγών (εμπόριο, αποικίες;) ή πολιτιστικών επιρροών ανάμεσα στις Κυκλάδες και στον υπόλοιπο κόσμο, ειδικά κατά την περίοδο ΙΙ (Κέα-Σύρος).

Στην ηπειρωτική Ελλάδα συναντάται ποικιλομορφία ταφικών πρακτικών. Εκτός από εκείνες που φαίνεται να έχουν επιρροές από τις Κυκλάδες (κυρίως κιβωτιόσχημοι, λάκκοι με λίθινες πλάκες ή τοίχους χτισμένους με βότσαλα) άλλοι τύποι τάφων είναι ο θαλαμοειδής και οι τύμβοι. Οι θαλαμοειδείς τάφοι που αποκαλύφθηκαν στην Κόρινθο, στο Ελαφονήσι, στη Νέα Μάκρη, στη Μάνικα κλπ είναι κυκλικοί ή τραπεζοειδείς, με είσοδο (στόμιο;) και δρόμο. Οι τύμβοι από ωμή πλίνθο ή από χώμα και χαλίκια προαναγγέλλουν κυρίως τις ιδιαιτερότητες της περιόδου ΙΙΙ (ΠΕ ΙΙΙ).


ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΣΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

Νεκροταφεία
Κατά τη Μέση Εποχή του Χαλκού δεν παρατηρείται ουσιαστική μεταβολή ως προς την αρχιτεκτονική των τάφων και των ταφικών πρακτικών, γεγονός που σημαίνει ίσως μια πολιτιστική συνέχεια από την προηγούμενη περίοδο. Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι ότι επιλέγεται η ταφή εντός των ορίων του οικισμού (σε αυτή την περίπτωση τα παιδιά ενταφιάζονται σε τάφους που σκάβονται μέσα στα σπίτια, μέσα σε εγκαταλελειμμένα σπίτια ή νεκροταφεία σε μικρή απόσταση από τον οικισμό). Όσον αφορά τους τύπους των τάφων διακρίνονται σε: πιθοειδείς, κιβωτιόσχημους, χτιστούς τάφους και σε ταφικούς τύμβους. Στις Μυκήνες, στον ταφικό κύκλο Β, εντοπίζεται ένας νέος τύπος τάφου, ο λακκοειδής. Οι τοίχοι του είναι επενδυμένοι από λίθους ή είναι λαξευμένοι στο βράχο.

Ταφικές Πρακτικές
Όσον αφορά τις ταφικές πρακτικές αυτή την περίοδο διατηρείται τακτική της εκτεταμένης στάσης του νεκρού και της πολλαπλής ταφής. Οι τάφοι της ΜΧ Περιόδου χαρακτηρίζονται από τα πενιχρά κτερίσματα. Τα πιο συνηθισμένα είναι οι πρόχοι, τα κύπελλα και οι φιάλες τα οποία παραπέμπουν ίσως στο έθιμο του νεκρόδειπνου. Επιπλέον των παραπάνω κτερισμάτων εντοπίζονται αποθηκευτικά αγγεία, μαγειρικά σκεύη, κοσμήματα, εργαλεία από μέταλλο και οψιανό. Οι λακκοειδής τάφοι περιλαμβάνουν κτερίσματα ιδιαίτερης αξίας όπως χρυσές χάνδρες, κύπελλα, κοσμήματα και άλλα τέχνεργα τα οποία προορίζονται για την ένδυση του σώματος.. Σε ορισμένες περιπτώσεις λείψανα αλόγων συνοδεύουν τον νεκρό. Τέλος, ένας νέος τύπος τάφου που εμφανίζεται αυτή την περίοδο, είναι εκείνος του πολεμιστή. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο νεκρός πολεμιστής συνοδεύεται από τον εξοπλισμό του (π.χ., Αίγινα).

Οι ταφικές πρακτικές, εκτός από τις ενδείξεις ύπαρξης μιας άρχουσας τάξης (εύπορες οικογένειες, πολεμιστές κλπ) γεγονός που υποδηλώνει πολιτική διαφοροποίηση, δίνουν έμφαση στη συλλογικότητα, είτε υπό τη μορφή της οικογένειας είτε υπό τη μορφή των εκτεταμένων οικογενειών.


ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ YΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

Νεκροταφεία
Κατά την Ύστερη Μυκηναϊκή Ι-ΙΙ Περίοδο φαίνεται ότι αντίληψη γύρω από το θάνατο διαφοροποιείται. Κατά πρώτον η κατασκευή των τάφων προϋποθέτει κατασκευαστικές γνώσεις και και τα κτερίσματα δεν αναλογούν με εκείνα των προηγούμενων περιόδων. Η αντίληψη αυτή σχετίζεται με την ανάγκη κατασκευής εντυπωσιακών θαλαμοειδών και θολωτών τάφων οι οποίοι εξαρτώνται άμεσα από την κοινωνική θέση των Μυκηναίων νεκρών (στρατιωτική αριστοκρατία;). Η εξύμνηση του θανάτου αποτελεί ένα κοινό χαρακτηριστικό των Μυκηναίων. Επιπλέον διακρίνεται μια συνέχεια ως προς τη διατήρηση των νεκροταφέιων εντός των ορίων των οικισμών ενώ φαίνεται ότι οι τύποι των απλών λάκκων ή των κιβωτιόσχημων τάφων κληροδοτήθηκαν από τη ΜΕ Περίοδο.

Το καλύτερο παράδειγμα των λακκοειδών τάφων είναι εκείνο του Ταφικού Κύκλου Α των Μυκηνών. Οι τάφοι αποτελούνται από ένα σκάμμα και τοίχους που περικλείουν το λάκκο, αν και σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται ότι οι πάσσαλοι της οροφής υποστηρίζονται από βραχότμητες αντηρίδες (Cavanagh and Mee 1998). Θολωτοί τάφοι της ΥΕ Ι Περιόδου υπάρχουν στην Πελοπόννησο και ειδικότερα στη Μεσσηνία και στην Αργολίδα. Ορισμένοι είχαν κατασκευαστεί στις ακροπόλεις αλλά οι περισσότεροι γνωστοί τάφοι αυτής της περιόδου (Κακόβατος, Βαφειό) είχαν κατασκευαστεί σε απόσταση 100μ. από τον οικισμό. Η θέση του τάφου εξαρτάται μάλλον από την κοινωνική θέση του νεκρού. Ως προς την αρχιτεκτονική οι θολωτοί τάφοι διακρίνονται από τα ισχυρά τείχη (Κυκλώπεια), τη θόλο, το ανακουφιστικό τρίγωνο της εισόδου και τον επενδυμένο με λίθους δρόμο. Στο εσωτερικό των τάφων υπάρχουν θάλαμοι και απλοί λάκκοι.

Η Ύστερη Μυκηναϊκή ΙΙΙ Περίοδος χαρακτηρίζεται από την αποδιοργάνωση της Μυκηναϊκής γραφειοκρατίας και της κρατικής μηχανής καθώς και από τη μετακίνηση πληθυσμού σε νησιά του Αιγαίου, στην Κρήτη και στην Κύπρο. Η τυπολογία των τάφων και των νεκροταφείων δεν παρουσιάζει σημαντικές διαφορές. Σε ορισμένες περιπτώσεις συνεχίζεται η χρήση τάφων της προηγούμενης περιόδου (κυρίως στην Πελοπόννησο) χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν δημιουργήθηκαν νέα μνήματα (Αχαΐα, Πελοπόννησος, κεντρική Ελλάδα) και νέα νεκροταφεία (νησιά του Αιγαίου). Διατηρώντας τη συνήθεια του παρελθόντος οργανώνονται εντός των ορίων των οικισμών, σκαμμένοι ανάμεσα σε κατοικίες (Τίρυνθα) ή σε εγκαταλελειμμένες κατασκευές (Μυκήνες). Οι ταφικοί τύμβοι κατανεμημένοι στην περιφέρεια των οικισμών (Θεσσαλία, Μ. Ασία, Κρήτη) εξακολουθούν να κατασκευάζονται ενώ οι θολωτοί τάφοι διατηρούνται μόνο υπό το εθιμοτυπικό τοπικών παραδόσεων. Νεκροταφεία εκτός των ορίων των οικισμών, για παράδειγμα στην Περατή είναι ακόμη σε χρήση.


Ταφικές Πρακτικές
Τα κτερίσματα, του συνόλου των τάφων του Κύκλου Α των Μυκηνών, ήταν στο σύνολό τους διαταραγμένα (μικρός αριθμός βρέθηκε άθικτος). Οι θολωτοί τάφοι περιείχαν πολλαπλές ταφές ανδρών και γυναικών. Η κύρια πρακτική ταφής ήταν ο ενταφιασμός αν και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υφίστατο και η πρακτική της καύσης, ιδιαίτερα σε μετέπειτα περιόδους. Ο νεκρός συνοδεύονταν από τα κοσμήματά του, πολύτιμους λίθους, όπλα (ξίφη), χρυσά και ασημένια κύπελλα. Τα πολύτιμα κτερίσματα χρησιμοποιήθηκαν από ότι φαίνεται ως ένδειξη της κοινωνικής θέσης του νεκρού. Ορισμένοι ερευνητές διακρίνουν σε αυτό το εθιμοτυπικό ένα μέσο επίδειξης. Υποθέτουν ότι κάποιου είδους τελετουργικό ελάμβανε χώρα σε ορισμένους τάφους (στάχτη). Ο νεκρός ενταφιάζονταν σε εκτεταμένη και όχι σε συνεσταλμένη στάση.


ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

ΥΠΟ-ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Ταφικές Πρακτικές και Νεκροταφεία
Κατά τη διάρκεια του 12ου-11ου αι. (Υπο-Μυκηναϊκή Περίοδος) επισημαίνεται σημαντική καινοτομία η οποία διαφοροποιεί εντελώς την πρακτικής ταφής από εκείνη που ίσχυε κατά τη διάρκεια της Μυκηναϊκής Περιόδου: αυτή αφορά την επικράτηση του ενταφιασμού ενός ατόμου σε κάθε λακκοειδή ή θαλαμοειδή τάφο (Desborough 1995). Η Κρήτη και η Μεσσηνία εξακολουθούν την πρακτική των πολλαπλών ταφών. Υποστηρίζεται ότι αυτή η μέθοδος έχει τις ρίζες της στην περιφέρεια του Μυκηναϊκού κόσμου (π.χ., Ήπειρος, Θεσσαλία, κλπ) και εξαπλώθηκε σε μεταγενέστερους χρόνους και σε άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα της Ελλάδας.

Η πρακτική του ενταφιασμού συνεχίζει στο Αιγαίο. Συνήθως λάμβανε χώρα σε κιβωτιόσχημους (cist graves), δηλαδή σε ορθογώνιους λάκκους στο έδαφος επενδυμένους με πλάκες ή σε λαξευτούς τάφους. Από τα νεκροταφεία στη Σαλαμίνα και στον Κεραμεικό πληροφορούμαστε ότι αυτοί οι τάφοι ήταν οργανωμένοι σε παράλληλες ευθείες γραμμές. Μικρός σωρός λίθων συγκεμτρώνεται επάνω από αυτούς και σε ορισμένες περιπτώσεις λειτουργεί ως σήμα. Παρά το γεγονός ότι ο ενταφιασμός είναι η κύρια πρακτική ταφής λιγότερο συχνά συναντάται η πρακτικής τηε καύσης - συνήθως ο νεκρός αποτεφρώνεται σε διαφορετικό σημείο από εκείνο που ενταφιάζεται. Ο κατάλογος των κτερισμάτων είναι περιορισμένος δηλαδή εξαντλείται σε κεραμική (αγγεία για λάδι, πρόχους, λύκηθοι) και σε κοσμήματα (κυρίως για τα ενδύματα (πόρπες [fibulae], σπιράλ κλπ.).

Δύο τύποι τάφων συναντώνται: 1. οι θαλαμοειδείς τάφοι οι οποίοι, αυτή την περίοδο, έχουν μικρότερες διαστάσεις (π.χ. Περατή) και 2. τάφοι σε δεύτερη χρήση. Η γενική εντύπωση που αποκομίζεται είναι ότι επιλέγονται οι κατά το δυνατόν πιο οικονομικοί μέθοδοι ενταφιασμού των νεκρών.

ΠΡΩΙΜΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Ταφικές Πρακτικές
Η επόμενη περίοδος (Πρώιμη Γεωμετρική, 11ος - 10ος αι. π.Χ.) χαρακτηρίζεται από μια ευρεία διάδοση των ταφικών πρακτικών σε ολόκληρο το Αιγαίο (Lemos 2002:184). Αυτή την περίοδο αναπτύσσονται κυρίως δύο πρακτικές ενταφιασμού.

1. Η μονή ταφή (εξαίρεση: Μεσσηνία, Κρήτη) γίνεται η κύρια πρακτική ταφής σε αντίθεση με τη συνήθεια των πολλαπλών ταφών της προηγούμενης περιόδου. Η αιτία υιοθέτησης νέων τύπων τάφων ανάγεται στο κόστος κατασκευής τους γεγονός που επιβεβαιώνεται από την τεχνοτροπία της κατασκευής (βλ. και τις διπλές ταφές, Lemos 2002:189). Η καινοτομία αυτή θα μπορούσε να προέρχεται από την περιφέρεια του Μυκηναϊκού κόσμου.

2. Η καύση των νεκρών, η οποία χρησιμοποιήθηκε μόνο για ενήλικες, σύμφωνα με τις ενδείξεις από τον Ελλαδικό χώρο, αποτελεί νέα πρακτική ταφής (Lemos 2002). Είναι κληροδότημα μάλλον των Μυκηναίων οι οποίοι το είχαν υιοθετήσει από τους Χετταίους, γεγονός που εξηγεί και τον τρόπο διάδοσης από την Μ. Ασία στην Ελλάδα. Πιθανόν είναι η εποχή κατά την οποία αφομοιώνονται εθιμοτυπικά με συμβολική σημασία (Lemos 2002, 186ff).

Τα υπολείμματα της καύσης των νεκρών φυλάσσονταν σε τεφροδόχους οι οποίες ενταφιάζονταν σε θαλαμοειδείς τάφους. Η πλειονότητα των Πρώιμων Γεωμετρικών ταφών ήταν ανακομιδές καθώς λίγες πυρρές έχουν εντοπιστεί (π.χ., Νέα Ιωνία) στα σημεία ταφής. Στην Αττική, τα αποτεφρωμένα λείψανα φυλάσσονται σε τεφροδόχα αγγεία — κυρίως σε αμφορείς με λαβές στο λαιμό για τους άνδρες και σε αμφορείς με λαβές στην κοιλιά για τις γυναίκες - τα οποία ετοποθετούντο σε κυκλική κοιλότητα τετράγωνου λακκοειδούς τάφου. Το σημείο των τάφων διακρίνονταν από την ύπαρξη τύμβων. Η πλειονότητα των ενηλίκων, με λίγες εξαιρέσεις, αποτεφρώνονταν. Τα κτερίσματα περιλάμβαναν όπλα, κοσμήματα, περόνες, αγγεία κλπ.

Ο ενταφιασμός παρέμεινε η κύρια πρακτική ταφής για τα παιδιά, τα οποία θάβονταν σε μικρότερους λάκκους απλούστερης κατασκευής. Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές συνυπήρχε η πρακτική του ενταφιασμού με την πρακτική της καύσης, γεγονός που αποδεικνύει ότι και οι δύο μέθοδοι χρησιμοποιούνταν από το ίδιο κοινωνικό σύνολο στην ίδια χρονική περίοδο. Τα κτερίσματα στους ενταφιασμούς περιορίζονται σε μικρογραφίες αντικειμένων για τα παιδιά ενώ στην περίπτωση καύσης ποικίλουν ανάμεσα σε αγγεία (πρόχους, φιάλες), ειδώλια από πηλό, λιγοστά κοσμήματα και αιχμές δόρατος.


Νεκροταφεία
Οι ταφές οργανώνονται σε νεκροταφεία (πάνω από 30 τάφους) ή σε συστάδες τάφων (2-3 τάφοι). Τα νεκροταφεία που χρησιμοποιήθηκαν για μακρό χρονικό διάστημα βρίσκονταν στην Αθήνα, στο Λευκαντί, στην Ασίνη, στην Αταλάντη, στην Κω και στην Κρήτη. Μικρότερες συστάδες τάφων ίσως υποδηλώνουν ότι αποτελούν μέρος μιας μικρότερης κοινωνικής ομάδας ή ότι αποτελούν τμήμα ενός μεγαλύτερου νεκροταφείου το οποίο ακόμη δεν έχει ανασκαφεί. Η θέση του νεκροταφείου είναι πολλές φορές δύσκολο να συσχετιστεί με την εγκατάσταση την οποία εξυπηρετεί (π.χ. Αγορά). Όταν αυτό είναι εφικτό (π.χ., Λευκαντί κοντά στην Ξερόπολη), διαπιστώνεται ότι πρόκειται για νεκροταφεία εκτός των ορίων του οικισμού. Αυτή την περίοδο διακρίνεται μια προσπάθεια διαχωρισμού του γένους.

ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ


Νεκροταφεία και Ταφικές Πρακτικές
Κατά τη διάρκεια του 9ου και 8ου αι. π.Χ. (Γεωμετρική Περίοδος) η κύρια πρακτική ταφής είναι η καύση. Η πρακτική του ενταφιασμού διατηρείται κυρίως στην Αθήνα. Ίχνη της εντοπίζονται στα μεγάλα νεκροταφεία της Οδού Πειραιώς και Κυνοσάργων, τα οποία ιδρύθηκαν από κρατούσες Αθηναϊκές οικογένειες. Διαπιστώνεται καύσης είναι σπάνια στην Αθήνα (με εξαίρεση το νεκροταφείο στην οδό Κριεζή - εδώ ο τύπος του τεφροδόχου αγγείου έχει διαφοροποιηθεί - αντί για αμφορέα από πηλό αποκαλύπτεται λέβητας από χαλκό, πιθανόν σε περιπτώσεις ανδρικών ταφών). Μετά το 700 π.Χ. η πρακτική της καύσης εφαρμόζεται και στα μέλη της αριστοκρατίας.

Σε άλλα σημεία της Ελλάδος, διαπιστώνεται ποικιλομορφία των ταφικών εθίμων. Για παράδειγμα στις βόρειες Κυκλάδες (Τήνος, Νάξος) αποκαλύπτονται μονοί ενταφιασμοί ενώ στα νησιά των νότιων Κυκλάδων (Κίμωλος, Μήλος) η κύρια πρακτική ταφής ήταν η καύση. Στη Θήρα, τους νεκρούς τους οποίους έχουν υποβάλλει στη μέθοδο καύσης εντοπίστηκαν επίσης στη Δονούσα και στη Νάξο (Goldstream 2003). Στη Νάξο, 20 ταφικοί τύμβοι αποκαλύφθηκαν κοντά σε οικισμό. Περιείχαν πυρρές καύσης, ενταφισμένες σε ορθογώνιους τάφους. Στην Κρήτη η πρακτική της καύσης φαίνεται να είναι η κύρια μέθοδος ταφής των ενηλίκων. Αναφορές για τα έθιμα ταφής προέρχονται από αγγεία της περιόδου. Η συνηθέστερη σκηνή που απεικονίζεται είναι εκείνη της πρόθεσης, αποδίδοντας το νεκρό να περιβάλλεται από τους θρηνούντες. Ορισμένα αγγεία αποδίδουν την εκφορά δηλαδή τη μεταφορά του νεκρού και την πομπή από πολεμιστές και άρματα. Το εθιμοτυπικό αυτό αντανακλά την τιμή προς το νεκρό και αφορά κυρίως τις αριστοκρατικές οικογένειες.

Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στη λατρεία των ηρώων αυτής της περιόδου. Μια νέα αντίληψη γύρω από το Μυκηναίο νεκρό και τους θολωτούς τάφους της προηγούμενης περιόδου αναπτύσσεται η οποία ίσως συνδέεται με τη διάδοση της λατρείας των ηρώων. Η παρουσία Γεωμετρικής κεραμική γύρω από αυτούς τους τάφους, χωρίς ενδείξεις χρήσης τους, σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία (π.χ. ιερά αφιερωμένα σε Ομηρικούς ήρωες) δίνουν την εντύπωση ότι ο κόσμος της Γεωμετρικής Περιόδου εντυπωσιάστηκε από το μέγεθος και την ιδιαιτερότητα αυτών των μνημείων και πιθανόν διαμόρφωσε ιστορίες γύρω από το ένδοξο μακρινό παρελθόν. Επιπλέον, μετά το 750 π.Χ. σειρά από αφιερώματα σε αυτούς τους τάφους άρχισε να προσανατολίζει προς μια ηρωική λατρεία, συχνά συνδεδεμένη με γνωστούς Ομηρικούς ήρωες (π.χ., Οδυσσέα, Αγαμέμνονα, Μενέλαο κλπ.).

ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

Ταφικές Πρακτικές
Κατά την Αρχαϊκή Περίοδο εφαρμόστηκε κυρίως η πρακτική της καύσης, ίσως επιρροή της Ανατολής. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις πρακτικής απλού ενταφιασμού. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η καύση επιλέγονταν προς χάριν του νεκρού καθώς θεωρούνταν απαραίτητη για την απελευθέρωση της ψυχής. Οι στάχτες φυλάσσονταν σε ένα αμφορέα και ενταφιάζονταν σύμφωνα με το εθιμοτυπικό του ενταφιασμού.

Αυτή την περίοδο η καύση πραγματοποιούνταν στο σημείο ταφής (μέχρι τότε προτιμούνταν η ανακομιδή των υπολειμμάτων καύσης).

Νεκροταφεία
Τα νεκροταφεία βρίσκονται εκτός των τειχών της πόλης. Επιμελημένα ταφικά σήματα κατασκευάζονται στο σημείο ταφής. Το όνομα του νεκρού, της οικογένειας και του καλλιτέχνη της στήλης χαράσσονταν επάνω σε αυτή.


ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

Ταφικές Πρακτικές
Στην Εποχή του Ομήρου υπήρχε η αντίληψη ότι ο νεκρός κατευθύνονταν προς τον Άδη, αντίληψη που κυριάρχησε και κατά την Κλασική Περίοδο. Τον 5ο αι. π.Χ. η διαδικασία αυτή γίνονταν σταδιακά. Απαιτούνταν η καθοδήγηση του Χάρου και του Ερμή Ψυχοπομπού προκειμένου να περάσει η ψυχή στον Κάτω Κόσμο.

A. Ενταφιασμός
Ο ενταφιασμός περιλάμβανε τα παρακάτω στάδια:

1. την πρόθεση
2. την εκφορά
3. το περίδειπνο
4. τις ετήσιες προσφορές στη μνήμη των νεκρών

Η πρόθεσις γινόταν μια ημέρα μετά το θάνατο. Διαρκούσε μια ημέρα κατά την οποία πραγματοποιούνταν τα, σύμφωνα με την παράδοση, μοιρολόγια και η τελευταία επίσκεψη των συγγενών και των φίλων. Το σώμα του νεκρού, καλυμμένο με ένα λινό ύφασμα τοποθετούνταν σε μια επιμελημένη κατασκευή (κομμάτι ύφασμα κάλυπτε την ταφικη κλίνη ή το νεκρό σώμα). Γυναίκα του άμεσου περιβάλλοντος του νεκρού φρόντιζε για την προετοιμασία του νεκρού σώματος. Το έπλυνε, το άλειφε με λάδι, το έντυνε και το κοσμούσε με άνθη, στεφάνια και κοσμήματα.

Κατά την τρίτη ημέρα, πριν από τη δύση του ηλίου, γίνονταν η εκφορά του νεκρού. Αυτή προϋπέθετε πομπή, η οποία σύμφωνα με το νόμο, έπρεπε να περάσει σιωπηλά από τους δρόμους της πόλης. Όταν αυτή έφτανε στο σημείο ταφής, το νεκρό σώμα αφήνονταν στο μνήμα. Σύμφωνα με τον Κικέρωνα υπήρχε η συνήθεια να φυτεύουν άνθη σε μια προσπάθεια εξασφάλισης της ανάπαυσης του νεκρού και του εξαγνισμού του εδάφους. Άλλοι αρχαίοι συγγραφείς μας πληροφορούν ότι χοές ελάμβαναν χώρα επάνω από τον τάφο. Μετά την τελετή οι πενθούντες επιστρέφουν στο σπίτι του εκλιπόντος.

Το περίδειπνο ακολουθούσε την ταφή. Πρόκειται για τη συγκέντρωση των συγγενών για φαγητό αφού όμως πρώτα γινόταν ο καθαρμός της οικίας με θυμίαμα και αγιασμό και των ιδίων με πλύσιμο χεριών και κεφαλιού. Ήταν μια ευκαιρία για τους συγγενείς να συγκεντρωθούν και να συζητήσουν γύρω από το πρόσωπο του εκλιπόντος. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά κατάλοιπα - ίχνη από στάχτη, οστά ζώων, όστρακα αγγείων πόσεως, πινάκια και λεκανίδες - τα νεκρόδειπνα θα πρέπει να οργανώνονταν και στο σημείο ταφής. Λαμβάνοντας υπόψη ωστόσο τις γραπτές πηγές το γεύμα σερβιρίζονταν και στα σπίτια. Οι εκδηλώσεις αγάπης και ο κατακερματισμός των αγγείων θα μπορούσαν να ερμηνευθούν σαν μια προσπάθεια προσφοράς ειδών άμεσης ανάγκης στο νεκρό. Οκτώ ημέρες μετά την ταφή οι συγγενείς και οι φίλοι του νεκρού συγκεντρώνονταν στο σημείο ταφής και τελούνταν τα «ένατα» (= εννέα ημέρες από την ταφή).

Δεν είναι γνωστό πότε το πένθος ελάμβανε τέλος. Κάποιου είδους τελετή, η οποία διασφαλίζει ότι έχουν γίνει τα δέοντα απέναντι στο θανόντα (νομιζόμενα) επέτρεπε στην οικογένεια να επιστρέψει στους πρότερους ρυθμούς της ζωής.

Οι τελετές που σχετίζονταν με το θάνατο αποτέλεσαν συχνά το έναυσμα για όσους δεν είχαν κληρονόμους να αποκτήσουν (δηλαδή να υιοθετήσουν) προκειμένου να εξασφαλίσουν την εφαρμοργή του περί του θανάτου εθυμοτυπικού, γεγονός που αποδεικνύει τη σημασία που έδιναν σε αυτές οι άνθρωποι της Κλασικής Περιόδου.


B. Καύση
Η καύση των νεκρών, στην Κλασική Αθήνα, τουλάχιστον έως τον 4ο αι. π.Χ. ήταν μια μη διαδομένη πρακτική. Γίνονταν είτε γίνονταν στο σημείο ταφής είτε με τη μέθοδο της ανακομιδής. Στη δεύτερη περίπτωση τα υπολείμματα της καύσης (στάχτη) τοποθετούνταν σε τεφροδόχο αγγείο από πηλό ή από μέταλλο.

Η καύση εμφανίζεται κατά την Αρχαϊκή Περίοδο. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος αφορούσε τον ενταφιασμό μετά από ανακομιδή. Είναι εντυπωσιακή η ποικιλία των τεφροδόχων αγγείων που έχουν εντοπιστεί. Θα πρέπει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι τα εν λόγω αγγεία χρησιμοποιούνταν ως τεφροδόχα σε μια δεύτερη χρήση. Ορισμένα ήταν ακόσμητα και άλλα είχαν διακόσμηση ερυθρόμορφου ρυθμού.

Τοποθετούνται είτε απευθείας στο άδαφος είτε σε λάρνακα. Χάλκινοι λέβητες ή υδρίες (τοποθετημένες σε κιβωτίδια με πώμα) συχνά χρησίμευαν ως τεφροδόχα αγγεία. Σε ορισμένες περιπτώσεις διατηρούνται ίχνη υφάσματος το οποίο κάλυπτε το σώμα ή το αγγείο υποδοχής. Η καύση των παιδιών συναντάται στην Κλασική Αθήνα αλλά σε γενικές γραμμές δεν ήταν καθόλου αποδεκτή. Σε μια περίπτωση έχουν εντοπιστεί υπολείμματα παιδικής καύσης αλλά δεν είναι σίγουρο για το αν πρόκειται όντως για παιδική καύση ή για τα υπολείμματα κτερισμάτων που έχουν καεί σε εκείνο το σημείο.

Νεκροταφεία
Στην Κλασική Περίοδο τα νεκροταφεία βρίσκονται εκτός των ορίων οικισμού. Ο τύπος ταφής εξαρτάται από τη βούληση του ατόμου ή της οικογένειας. Όπως και στις προηγούμενες περιόδους, ο ενταφιασμός και η καύση ήταν οι συνήθης πρακτικές αν και τα ποσοστά της δεύτερης αυξάνονται σημαντικά κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. Το εθιμοτυπικό των τελετών και το είδος των κτερισμάτων δεν διαφέρουν σημαντικά από εκείνα της Αρχαϊκής Περιόδου.

A. Τάφοι
Ο πιο απλός τύπος τάφου ήταν ο λακκοειδής. Πρόκειται για λάκκο σκαμμένο στο έδαφος. Τα τοιχώματα ορισμένες φορές ήταν επενδυμένα με κονίαμα, και το έδαφος καλυμμένο με ένα στρώμα από βότσαλα ή λίθους. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά κατάλοιπα ο τάφος σφραγίζονταν με πλάκες. Τα κτερίσματα τοποθετούνταν είτε μέσα στον τάφο είτε στον περιβάλλοντα χώρο. Ένας τάφος αντιστοιχούσε συνήθως σε ένα άτομο. Πολλαπλές ταφές δεν αναφέρονται συχνά. Η πρακτική αυτή φαίνεται σπάνια και συνδέεται με ειδικά γεγονότα όπως για παράδειγμα με την επιδημία που είχε εξαπλωθεί κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο (Thucydides 3.87).

Οι Κεραμοσκεπείς τάφοι ήταν επίσης διαδεδομένοι τύποι τάφων στους Κλασικούς Χρόνους. Το σώμα ήταν τοποθετημένο είτε απευθείας στο έδαφος είτε πιο σπάνια σε στρώμα από κεραμίδες. Σε ορισμένες περιπτώσεις στρώμα από επίπεδες κεραμίδες το κάλυπταν. Όπως και στις περιπτώσεις των λακκοειδών τάφων έτσι και εδώ τα κτερίσματα τοποθετούνται εντός του τάφου ή στον περιβάλλοντα χώρο του.

Οι τάφοι ήταν είτε ανεξάρτητα κτίσματα είτε αποτελούσαν τμήματα (σε μια ή περισσότερες πλευρές) άλλων κατασκευών. Στο σύνολό τους ή μόνο οι πλευρικοί τοίχοι ήταν κατασκευασμένοι από πλίνθους. Λίθοι κάλυπταν την είσοδο.

Για τους ενηλίκους χρησιμοποιούνταν σαρκοφάγοι από μάρμαρο ή ασβεστόλιθο ενώ για τους ανηλίκους σαρκοφάγοι από πέτρα. Ορισμένες από αυτές ήταν διακοσμημένες και καλύπτονται από πλάκες ή ασβεστόλιθο.

Τα παιδιά ενταφιάζονται σε ορθογώνιους ή σχήματος οβάλ λουτήρες καθώς ήταν πιο εύκολοι και πιο οικονομικοί στην κατασκευή τους. Οι λουτήρες μπορούσαν να τοποθετηθούν η μια επάνω στην άλλη. Ορισμένες φορές διακοσμούνταν εσωτερικά και εξωτερικά. Οι παιδικές ταφές αποκαλύπτονται σε χώρους οι οποίοι χρησιμοποιούνται μόνο για την ταφή ανηλίκων είτε μέσα σε αγγεία είτε σε λάκκους καλυμμένους με κεραμίδες είτε τέλος σε κυκλικούς πήλινους αγωγούς, παρόμοιους με τους αγωγούς νερού.

Τα κενοτάφια ήταν κενοί τάφοι προς τιμή εκείνων που απεβίωσαν σε ξένη χώρα ή προς τιμή εκείνων των οποίων δεν βρέθηκαν τα οστά. Συμπεριλαμβάνταν ανάμεσα στα δημόσια σήματα που βρισκόταν κατά μήκος της οδού Ακαδημίας, στην Αθήνα. Κτερίσματα αποτίθονταν και στα κενοτάφια: σε μερικές περιπτώσεις τοποθετούνταν στον περιβάλλοντα χώρων των σημάτων.

B. Κτερίσματα
Τα κτερίσματα ετοποθετούντο σε πινάκια ή σε συγκεκριμένα σημεία του επενδυμένου δαπέδου ή σε γύρω από το σώμα. Η πλειονότητα αυτών ήταν αγγεία από πηλό (π.χ. κύλικες, λεκανίδες, πινάκια, λευκοί λήκυθοι, γαμικοί λέβητες, υδρίες και χύτρες). Τα παιδιά συνόδευαν συνήθως οινοχόες και θήλαστρα. Λιγότερο συχνά συναντώνται αγγεία από μάρμαρο ή από αλάβαστρο - πυξίδες με πώμα και πλημοχόες.

Επιπλέον επιλέγονταν αγαπημένα αντικείμενα του νεκρού (π.χ. παιχνίδια) και πήλινα ειδώλια (καθιστές ανδρικές μορφές, ζώα). Μικρός αριθμός κοσμημάτων έχουν εντοπιστεί κυρίως δακτυλίδια και ενώτια από χρυσό και χαλκό.

Γ. Δημόσια Σήματα
Δίπλα στα ιερά θεοτήτων και ηρώων, κατά μήκος της οδού Ακαδημίας εντοπίστηκαν ταφικά σύνολα (Pausanias 1.29,2). Σύμφωνα με τον Αθηναϊκό πάτριο νόμο, τα οστά των νεκρών πολεμιστών εναποτίθονταν σε αυτό το σημείο. Δεν είναι η προέλευση και η διάρκεια του εθίμου. Ωστόσο είναι σίγουρο ότι δεν εφαρμόστηκε για τους νεκρούς των μαχών στο Μαραθώνα και στις Πλαταιές. Η μόνη περιγραφή αναφορικά με την τοπογραφία του Δημόσιου Σήματος προέρχεται από τον Παυσανία.

Οι πρωιμότεροι δημόσιοι τάφοι βρίσκονται κατά μήκος του Θεμιστόκλειου τείχους. Καλύφθηκαν μετά το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου και η περιοχή ανοικοδομήθηκε. Εκείνη την περίοδο φαίνεται ότι τα δημόσια σήματα αναπτύσσονται και κατά μήκος της οδού Ακαδημίας και του Θριάσιου πεδίου. Στην μια επιφάνειά τους φέρουν συνήθως ανάγλυφες παραστάσεις εφίππων και πολεμιστών και εγχάρακτο το όνομα του νεκρού. Η πόλη τιμούσε το νεκρό κατά την ημέρα ταφής και ετησίως από την ημέρα εκείνη και μετά.

 

Πηγή

ΑΙΤΗΣΗ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ON-LINE
ΤΗΛ +302421.105126
Θα μας βρείτε :

FAX: (+30) 24211 02092
Τ.ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗ 2 – ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ
ΒΟΛΟΣ ΤΚ 38221